Ο ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ


.
.

Ο ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ

στη Ν.
.

Χρωστάω την παρακάτω παλιά ιστορία στην μητέρα της φίλης Ι.Κ., που την άκουσε από τη μαμά της, που τότε ήταν μικρό κορίτσι περίπου 11 χρονών. Την άκουσα στο φιλόξενο σπίτι τους στον Αρμενιστή το έτος 1995, και άρα, μετρώντας τις γενιές προς τα πίσω, υπολογίζω ότι η ιστορία αυτή συνέβη στα 1915- 1920.

Εκείνη τη εποχή ακόμα, σε κάποιες μακρινές περιοχές της Ελλάδας, και ιδιαίτερα στα νησιά, οι άνθρωποι πίστευαν ότι τα έρημα βουνά κατοικούνται από δαίμονες που βγαίνουν τη νύχτα – δαίμονες επικίνδυνους, εκμαυλιστές, άρπαγες, απατεώνες, σκανδαλιστές, όργανα του σατανά.

Γι’ αυτόν τον λόγο, αν έχετε προσέξει, τα χωριά π.χ. της Ικαρίας, είναι κυκλωμένα από διάφορα μικρά ξωκλήσια. Αυτά βρίσκονται πάντα πάνω στα μονοπάτια στις εισόδους/εξόδους των οικισμών και των καλλιεργημένων εκτάσεων γύρω τους, ενώ τα μακρινά χωράφια είχαν κι αυτά το ξωκλήσι τους το οποίο συνήθως βρισκόταν στο κέντρο τους ή σε άλλη περίοπτη θέση κοντά τους.

Ο λόγος της ύπαρξης τους ήταν μαγικο/θρησκευτικός: οι δαίμονες, πλησιάζοντας και βλέποντας τον σταυρό, τρέπονταν σε φυγή κι έτσι τα δόλια νυκτερινά σχέδιά τους εναντίον π.χ. της σοδειάς, των ζώων ή των ανθρώπων, ματαιώνονταν.
Μιλάμε για μια εποχή που οι άνθρωποι πήγαιναν παντού με τα πόδια και συχνά νύχτωναν στις ερημιές, είτε γυρίζοντας από τους αγρούς, είτε επιστρέφοντας από δουλειές ή ταξίδι. Επίσης πολύ συχνά, όταν ήταν να κάνουν κάποια μεγάλη διαδρομή, έφευγαν από τα σπίτια τους αρκετές ώρες πριν χαράξει – βαθιά νύχτα – όταν οι δαίμονες ήταν ακόμα ξαπολυτοί και ασύδοτοι στα βουνά.

Μια τέτοια ώρα, μαύρα μεσάνυχτα, ξεκίνησε η προγιαγιά της Ι.Κ. από το χωριό Μ. της βόρειας Ικαρίας για να πάει στον Άγιο (*) στην άλλη άκρη του νησιού για να προλάβει το δικαστήριο που θα δικαζόταν μια υπόθεσή της. Πολλοί άλλοι από πολλά χωριά θα πήγαιναν εκείνη τη μέρα στην πρωτεύουσα διότι το δικαστήριο, βλέπετε, ήταν περιοδεύον και οι ημερομηνίες των συνεδριάσεων ήταν αποκλειστικές. Όποιος δεν πήγαινε, έχανε τη δίκη, ή έπαιρνε αναβολή, δηλαδή, πάλι έχανε.

Ήταν μια κρύα αλλά ήσυχη νύχτα του Δεκέμβρη. Οι θύελλες της ισημερίας είχαν περάσει ενώ σε λίγες μέρες άρχιζε το 12ήμερο (*) των Χριστουγέννων. Αρκετοί χωριανοί είχαν ξεκινήσει ήδη να πάνε κι αυτοί στο δικαστήριο, κι έτσι η γυναίκα δεν ένιωθε φόβο. Μάλιστα σήκωσε και πήρε μαζί της την κόρη της για παρέα. Ήθελε κιόλας, όπως έλεγε, “να της δείξει τον κόσμο”, δηλαδή, την πρωτεύουσα και το πλήθος απ’ όλα τα μέρη του νησιού, που θα μαζευόταν εκεί για το δικαστήριο.

Μάνα και κόρη πήραν τον δρόμο λοιπόν στο φως της άστρων, κι ανηφόριζαν, όλο ανηφόριζαν για το βουνό. Περνώντας από τις τελευταίες αγροικίες, έκαναν τον σταυρό τους στο εκκλησάκι του Ταξιάρχη – τελευταίο φύλακα της χριστιανικής επικράτειας – και μπήκαν στα βαθορούμανα που έζωναν τις βουνοκορφές. Στην κορυφή ενός λόφου, στάθηκαν μαζί με άλλους στο ξέφωτο, μίλησαν λίγο – ένα μικροσκοπικό αλλά κατάμαυρο συννεφάκι στον ουρανό ήταν κάπως ανησυχητικό – σταυροκοπήθηκαν πάλι και ξαναξεκίνησαν.

Στον δρόμο, άλλοι βαδίζοντας γρήγορα, άλλοι πιο αργά, η αρχική ομάδα διαλύθηκε λίγο-λίγο, κι οι δυο γυναίκες βρέθηκαν να βαδίζουν μοναχές τους. Κανένας λόγος, όμως, ανησυχίας. Μόνο αυτό το μικρό μαύρο συννεφάκι που έμοιαζε κολλημένο στο ίδιο σημείο από πάνω τους, τι σημάδι να ήταν; Ευτυχώς, από τη μεριά της Σάμου, στην ανατολή, το σκοτάδι της νύχτας είχε σπάσει – μόλις αχνόφεγγε μια χαρακιά. Σε δύο ώρες θα ξημέρωνε.
Φτάνοντας στα οροπέδια, κατάκορφα στον Αθέρα, έφεξε τόσο ώστε άρχισαν επιτέλους να βλέπουν λίγο το δρόμο μπροστά τους. Ωστόσο, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, το συννεφάκι μεγάλωσε, μεγάλωσε κι άλλο, τα αστέρια χάθηκαν, χάθηκε και το χάραμα, έγινε πίσσα σκοτάδι.

Η πρώτη αστραπή ήταν ξερή. Η δεύτερη όμως έφερε μια μονοκόμματη γερή βροχή – νερό με τους κουβάδες.

Η μάνα, ξέροντας τα κατατόπια, τραβήχτηκε με την κόρη της και κρύφτηκαν κάτω από μια καμάρα – θολωτό βράχο σαν σπηλιά, γνωστό σε όλους τους διαβάτες. Έβλεπαν το νερό απ’ έξω να πέφτει σαν κουρτίνα, τις αστραπές, τους κεραυνούς…
– Μάνα, τι να γίναν οι άλλοι;
– Σε κάποια καμάρα θα είναι κι αυτοί.
– Θα χάσεις το δικαστήριο, μάνα.
– Μόλις κόψει θα ξεκινήσουμε. Δεν θ’ αργήσει.

Πραγματικά, όσο γρήγορα κι άγρια είχε ξεκινήσει η μπόρα, τόσο γρήγορα έκοψε, κι έγινε μια ήσυχη σταθερή βροχή. Μάνα και κόρη ξεμύτισαν από την καμάρα, όμως εκείνη ακριβώς τη στιγμή άκουσαν δυνατό ποδοβολητό. Κάποιος ερχόταν τρέχοντας.

Στο φως της χαραυγής, και πότε-πότε, μιας μακρινής αστραπής, φάνηκε μια σκοτεινή αντρική φιγούρα που πλησιάζει γοργά, βγάζοντας ήχους σαν βογγητά, με το περίγραμμά της να φέγγει με κάτι σαν λαμπερή άχνη που γυάλιζε.
– Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά!
– Μάνα, τι είναι; Ποιος είναι;
– Δαίμονας! Κρύψου!

Η κόρη όμως δεν υπάκουσε αλλά έμενε να κοιτάζει έκθαμβη τον δαίμονα που ερχόταν καταπάνω τους αχνιστός. Μέσα στο μούχρωμα η μορφή του φαινόταν πια καθαρά. Κράταγε κάτω από τη μασχάλη του ένα πακέτο και ήταν γυμνός – ολόγυμνος!

.

Ο ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ

.

Η μάνα σκέπασε τα μάτια της κόρης της με τα χέρια της. Πες την προσευχή σου, την διέταξε, και σάωσε. Είναι σίγουρα οξαποδώς, κάτι έχει κλέψει, το πάει στην τρύπα του. Αν δεν μας πάρει χαμπάρι, θα πάει στον αγύριστο, θα φύγουμε κι εμείς, να βρούμε τους άλλους.
– Μάνα, γιατί είναι γυμνός; Γιατί φέγγει έτσι;
– Σάωσε, λέω! Δεν είδες τίποτα. Λέγε την προσευχή σου!

Τέλος πάντων, χάθηκε ο δαίμονας πίσω απ’ τα βράχια, πέρασε λίγη ώρα, κι η μάνα κι η κόρη ξεκίνησαν δειλά-δειλά να περπατούν μέσα στο ψιλόβροχο. Άλλωστε είχε πια σχεδόν ξημερώσει. Έτσι πηγαίνοντας, βρεγμένες, λασπωμένες, τρέμοντας από το κρύο, αλλά κι απ’ τη φρίκη, έφτασαν στ’ Απερίχου κι είδαν από μακριά τα εκκλησάκια των χωριών ίσα κάτω. Εκεί στάθηκαν κι έκαναν τον σταυρό τους κι ήρθε λιγάκι η καρδιά τους στη θέση της. Στο μεταξύ η βροχή σταμάτησε κι ένας λαμπρός πρωινός ήλιος φώτισε το χειμωνιάτικο τοπίο των βουνών και το ήρεμο βαθυγάλανο πέλαγος.

Κι έτσι έφτασαν στον Άγιο – και μάλιστα στην ώρα τους. Στο Διοικητήριο ο κόσμος είχε μαζευτεί και ο γραμματέας διάβαζε τον κατάλογο των υποθέσεων της ημέρας. Όμως τι εμφάνιση ήταν αυτή που είχαν όλοι; Οι πάντες βρεγμένοι ως το κόκκαλο, λασπωμένοι, βρώμικοι, άλλοι σκεπασμένοι με τσουβάλια, άλλοι ξυπόλητοι με τα καλά τους παπούτσια στο χέρι – είχαν βλέπεις φάει όλη τη βροχή στον δρόμο. Κανείς δεν είχε κάνει πίσω, να βρει απάγκιο, να γυρίσει στο σπίτι του. Δεν έμπαινε θέμα να χαθεί μια δικάσιμος! Το περιοδεύον δικαστήριο, εξάλλου, ήταν και ένα σπουδαιότατο κοινωνικό γεγονός. Εκεί μάθαινες όλα τα νέα – “μάθαινες τον κόσμο”.

Εκεί λοιπόν που περίμεναν τη σειρά τους η μάνα κι η κόρη, βλέπουν να βγαίνει από το κτίριο ο πρώτος που δικάστηκε η υπόθεσή του. Ήταν γνωστός τους, γείτονας από το ίδιο χωριό – χαρούμενος διότι, ως φαίνεται, η δίκη του πήγε καλά. Ήταν νέος, μεγαλόσωμος, στιβαρός, και πράγμα πολύ παράξενο, δεδομένων των περιστάσεων, έδειχνε άψογα ντυμένος με το κυριακάτικο κοστούμι του σιδερωμένο και τα παπούτσια του γυαλισμένα, τέλεια, σαν καινούρια.

“Καλημέρα κουμπάρε” του λέει η μάνα. “Ήρθες στον Άγιο αποβραδίς; Εδώ ξημερώθηκες;”
“Όχι δα” λέει αυτός. “Ξεκίνησα κι εγώ σαν κι εσάς – νύχτα ήταν ακόμα. Όμως άργησα λίγο και δεν σας βρήκα στον δρόμο”.
“Και πως και δεν βράχηκες; Κοίτα εμάς, τα χάλια μας…”
“Α, ναι. Που λες, εκεί που περπατούσα κι άρχισε να βρέχει, λέω, πάει το καλό μου κοστούμι, πάνε τα παπούτσια. Κοιτάζω γύρω μου, μόνος μου είμουν, τα βγάζω όλα, τα κάνω πακέτο κι αρχίζω να τρέχω. Τρέχοντας, λέω, θα φτάσω πιο γρήγορα και θα μένω και ζεστός. Έτσι, σου λέω, έπεφτε και έφευγε η βροχή από πάνω μου σαν σύννεφο καθώς έτρεχα. Μόνο που στον ανήφορο, λίγο πριν το διάσελο, εκεί που είναι η καμάρα – την ξέρεις – λαχάνιασα κι άρχισα να κοντανασαίνω. Κι ο ιδρώτας πολύς, πάρα πολύς. Σαν καπνός έβγαινε απ’ το δέρμα μου. Μα που να σταματήσω; Είχα, βλέπεις, φοβηθεί και λιγάκι. Μου είχε φανεί σαν να έφεγγα, ένα πράγμα, σαν να έβγαζα φως (*).
Οι δαίμονες, λέω, θα ΄ναι, με βάζουν σε πειρασμό. Έκανα τον σταυρό μου και συνέχισα. Στα χωριά τ’ Απερίχου έβαλα τα ρούχα μου, στη Λευκάδα έβαλα τα παπούτσια μου, και να ‘μαι!”

– Να χαίρεσαι κουμπάρε, έχεις μυαλό! Αλλά να φοβάσαι τους δαίμονες, δεν το δέχομαι, κοτζάμ άντρας! Αυτά είναι ψέματα που λένε οι κατσικοκλέφτες για να κάνουν τις δουλειές τους με την ησυχία τους τη νύχτα…

Εκείνη τη μέρα στο καφενείο της πρωτεύουσας η εντεκάχρονη τότε γιαγιά της φίλης μου Ι.Κ. ήπιε το πρώτο της κονιάκ. Την ίδια ώρα η μάνα της κοπάνησε μονορούφι ένα τριπλό!

Άγγ. Κ.

(*) Άγιος Κήρυκος, “Άγιος” για συντομία, η πρωτεύουσα της Ικαρίας.
(*) Το διάστημα μεταξύ της Γέννησης και των Επιφανείων, όπου πλήθος μεγάλων Χριστιανικών εορτών, θεωρείται επίσης περίοδος μαγείας και θαυμάτων.
(*) Δυσεξήγητο ηλεκτρικό φαινόμενο, όχι όμως σπάνιο σε νύχτες καταιγίδων. Βλέπε, π.χ. “Φωτιές του Αγίου Έλμου”.

Διάβασε αυτήν και άλλη μία ιστορία στο φέησμπουκ:


Πατώντας στο πορτραίτο, βλέπεις άλλα δημοσιεύματα του Άγγ. Κ. ως φιλοξενούμενου σε αυτό το ιστολόγιο.

⭐ ⭐ ⭐
.
.

.
.
Σάββατο, 25 Δεκεμβρίου 2021

Next post : «Νότια Σκέψη»

Previous post : «Drapetomania or Paradise invented»
.

τα ζώα μου


.
The girl and the lizard
.Έχει πολλά άγρια ζώα στην Ικαρία;
Έχει αλλά δεν τα βλέπεις.
Γιατί δεν τα βλέπεις;
Έτσι που ‘μαστε, καλά-καλά δεν βλέπεις τους αθρώπους και θες να δεις τις σέρφες;

(σέρφη: το άγριο ζωάκι, το ζουλάπι)

Ikarian lizard

Είναι δύσκολο να πεις αν αγαπούν τα άγρια ζώα σε τούτο το νησί. Νομίζω ότι οι πιο πολλοι άνθρωποι εδώ τα αγαπούν, αλλά να τους ρωτήσεις, ντρέπονται να το παραδεχτούν. Μπορεί να φοβούνται πως είναι σημάδι αδυναμίας ή λοξάδας να δείξουν φανερά την αγάπη τους. Όμως εγώ που κυκλοφορώ αθέατη στις ερημιές και στα χωράφια, έχω δει μοναδικές στιγμές τρυφερότητας ανάμεσα σε ανθρώπους και ζώα: ατσίδες να ακολουθούν τους γεωργούς, πουλιά που κάθονταν στους ώμους γυναικών που τάιζαν κότες, ένας που είχε ένα φίδι και το ζέσταινε στην τσέπη του, ένας κάποιος ατσίδα-άκουσα- μιλούσε στα γεράκια και στους κορκόφιλες, κ.ά.
Ένα είναι αλήθεια. Τα ζώα της Ικαρίας (εκτός απ’ τα κατσίκια που δεν μετράνε) δεν φαίνονται εύκολα. Εί
χελώναναι κι αυτά κρυμμένα όπως τα περισσότερα πράγματα σ΄αυτό το νησί, τουλάχιστον για τα μάτια του ανθρώπου της πόλης. Γι’ αυτό κι εγώ θα σας τα δείξω για να ξέρετε ποιά είναι.
Επειδή βαριέμαι να γράφω πολλά για το καθένα -δεν είμαι δα και εγκυκλοπαίδεια-, πίσω από κάθε εικόνα, αν ακουμπήσεις το ποντίκι θα διαβάσεις δυο λογάκια για το καθένα, δηλ. τι μου αρέσει στο κάθε πλάσμα, τι βρίσκω ενδιαφέρον στην προσωπικότητά του και τέτοια…
Ευχαριστώ πολύ

I love animals

Καριώτης λαγός

.

.

.

__

Οι πέρδικες είναι πουλιά, δεν είναι ζώα, όμως εγώ τις έχω για ζώα αφού δεν πολυπετούν και τριγυρίζουν χωμένες μεσ' τους λόγγους όπως κι εγώ. Είναι έξυπνες, χαρούμενες και μου κάνουν συντροφιά. Μακάρι, αντί γι' αυτήν, να είχα να βάλω δική μου φωτογραφία, αλλά δεν έτυχε ποτέ.

Είναι διαστροφικό που μου αρέσουν τα νερόφιδα; Είναι ακίνδυνα πάντως, να ξέρετε και να μην τα πειράζετε. Εμένα να με κοροϊδεύετε όσο θέλετε. Να ένας τυφλωμένος και τρομοκρατημένος Ικαριώτης λαγός. Για τη σχέση μου με τους λαγούς μπορούσα να πω πολλά αλλά δεν είναι της ώρας. Μόνο ότι παλιά με περιμπαίζανε ότι έμοιαζα με λαγουδίνα όπως έτρεχα και πήδαγα και κρυβόμουν. Αλλά αυτό αρκεί για τώρα. Αυτά τα φίδια δεν είναι οχιές. Είναι λαφιάτες. Εδώ τα λένε εφιούς ή ποντικολόγους. Είναι πολύ δραστήρια στο κυνήγι των ποντικών και κάνουν έρωτα με πολύ όμορφο τρόπο.

Τυχερή λήψη: Θαλάσσιες χελώνες κάνουν σερφ στην Ικαρία! Τα σχόλια είναι περιττά! Χελωνάκι των ποταμών της Ικαρίας. Είναι τόσο φιλικά αυτά τα χελωνάκια και έχουν τόση πλάκα που μοιάζουν με πέτρες και ξαφνικά βγάζουν πόδια και κεφάλι και περπατάνε και βουτάνε στο νερό! Ο κλασικός βάτραχος των ποταμών της Ικαρίας. Στο Φλικρ έχω μια πολύ καλύτερη φωτογραφία αλλά δείτε κι αυτή, καλή είναι, ο τύπος έχει ωραία φατσούλα.

.

__

Εντάξει, δεν είναι ζώο, είναι ψάρι καρχαριοειδές, η ζύγαινα όπως λένε εδώ οι ψαράδες τον σφυροκέφαλο. Μου αρέσει πολύ γιατί είναι πολύ παράξενος. Πολλές φορές έχουμε ψαρέψει τέτοιους. Δεν τους φοβάμαι. Λυπάμαι που δεν έχω καλύτερη φωτογραφία της παράξενης γιδοβυζάχτρας (μη γελάτε!). Είναι ένα μαγικό νυχτοπούλι που μοιάζει με γεράκι, όμως τόσο αθόρυβο που δίνει βάση σε θρύλους. Όταν τύχει και το δω, ανατριχιάζω. Έχει κάτι από φάντασμα. Ώρα να φρικάρουμε λιγάκι με τον ανατριχιαστικό αφιάλακα, μια μεγάλη επικίνδυνη αράχνη που συναντάμε καμιά φορά στην Ικαρία. Ένα θα σας πω: είναι ένα είδος ταραντούλας και η κοινή Ελληνική ονομασία του είναι... ΜΑΡΜΑΓΚΑ! Ευτυχώς η μαρμάγκα είναι πολύ βραδυκίνητη.

Ο σπάνιος πράσινος φρύνος είναι πολύ συχνός στην Ικαρία. Είναι πολύ ωραίος αλλά δεν πρέπει να τον πιάνουμε γιατί το δέρμα του περι΄χει επικίνδυνες τοξίνες! Όπως ο κορκόφιλας, μ' αρέσει γιατί κι αυτός είναι από άλλο πλανήτη. Η σαλταμίδα είναι μια πραγματικά κακιά, πολύ επιθετική αράχνη που μοιάζει και με σκορπιό. Είναι εξωγήινο πλάσμα και μολονότι τη φοβάμαι, της αξίζει κάθε θαυμασμός. Ευτυχώς οι σαλταμίδες είναι σπάνιες. Είναι νυχτόβιες και επί το πλείστο ζουν στα δάση της Ικαρίας στα βουνά. Το μεγάλο σκαθάρι Ρινόκερος όπως το λένε το βλέπει κανείς πολύ συχνά στη Ικαρία τον Ιούνιο. Έχει πολύ μεγάλη πλάκα, αυτό έχω να πω μόνο. Όταν έχει ερωτική διάθεση, πετάει κιόλας! Εκεί να δεις γέλια!

Το Ζωολόγιο μου θα ήταν ελλιπές αν δεν σας έδειχνα κι έναν σκορπιό. Οι σκορπιοί της Ικαρίας, άλλοτε άφθονοι, σήμερα σπανίζουν. Βγαίνουν τη νύχτα, ενώ τη μέρα είναι κρυμμένοι μέσα στις πέτρες. Συνήθως είναι μικροί. Έχω πολύ καιρό να δω έναν αληθινά μεγάλο. Για όσους με πρήζουν αν έχει οχιές στην Ικαρία, όχι λοιπόν ΔΕΝ ΕΧΕΙ! Τουλάχιστον εγώ (to agrimi) που συχνάζω στα άγρια, δεν έχω δει ποτέ οχιά. Εδώ βλέπετε έναν νεαρό Λαφιάτη, έναν Ας τελειώσουμε ήρεμα με ένα γλυκό σκαντζοχοιράκι. Λένε πως δεν υπήρχανε παλιά στην Ικαρία αυτά τα ζώα. Ό,τι κάποιος κάποτε έφερε ένα ζευγάρι για πλάκα. Βρήκαν το περιβάλλον ευνοϊκό και πολλαπλασιάστηκαν. Μου αρέσουν οι σκατζόχοιροι. Όταν μαζεύουμε ελιές του βρίσκουμε καμιά φορά να έχουν πάει στο χωράφι πριν από μας και να τρώνε τις ελιές χαμάδες. Είναι πολύ δυνατοί και επίμονοι.

.

_

Αυτά.
Θα μπορούσα να γράψω χίλια-δυο.
Αλλά αυτά νομίζω είναι αρκετά.
Έγραψα για τα ζώα γιατί τα αγαπώ
και χαίρομαι που στο νησί που ζω έχει
αρκετά.
Παρακάτω δείτε τι έγραψε ένας φίλος
για τα ζώα του χωριού του στην Ικαρία
αναδημοσιεύοντας το δικό μου άρθρο!
Ευχαριστώ ♥ ♥

😌 😌 😌

_

_

Σήμερα 1 Φλεβάρη 2023, πάρτε και ένα update από τη σελίδα
του Ορειβατικού Πεζοπορικού Συλλόγου Ικαρίας.
Καταπληκτικά βίντεο με όλα τα ζωάκια μας!
♥ ♥

😌 😌 😌

_

__

_

Παρασκευή, 17 Φεβρουαρίου, 2017
_

 Previous post: omnia magica

_

.

Περίπου το 30 π.Χ.


____

.

Εδώ λοιπόν που λέτε είχαμε εκλογές και κυκλοφόρησε κόσμος και αν και δεν δυσαρεστήθηκα με τα αποτελέσματα, δεν την γλύτωσα και μελαγχόλησα όπως πάντα το παθαίνω με την πολλή πολιτικούρα. Ευτυχώς όμως γελάσαμε με το Καριώτικο Παξιμάδι. Μου φαίνεται πως τελικά, καλά το λένε, η τρέλα μας είναι που μας σώζει. 🙂

Αν όμως εσύ θέλεις κάτι τι πιο σοβαρό, πήγαινε διάβασε τον Μακριδάκη, τον γείτονα απ’ τη Χίο, ένα κείμενο της αλληνής μέρας των εκλογών, που δίνει το γενικό πλαίσιο, και που μια αποστροφή του την λάτρεψα.

https://i0.wp.com/yiannismakridakis.gr/wp-content/uploads/2012/04/cropped-flag.jpg  Πορεία στο σούρουπο

«Όσο το καταναλωτικό σύστημα θα πνέει τα λοίσθια λόγω αδυναμίας πλέον του οικοσυστήματος να το υποστηρίζει, τόσο θα αυξάνεται ο εθνικισμός και τόσο θα καλπάζει ο κανιβαλισμός μεταξύ των ανθρώπων.»

.

Βασικά δεν έχω τίποτα άλλο να πω αλλά για να μην τελειώσει εδώ η καταχώρηση, ας αντιγράψω ένα ποίημα που βρήκα, του Μιχάλη Κατσαρού από τη συλλογή «Ενδύματα», άλλο ένα απ’ τα βιβλία που βουτάω κάθε τόσο απ’ την Ελένη και που αυτός ο ποιητής είναι απ’ τους αγαπημένους της. Γενικά βρίσκω πολύ απελευθερωτικό το γράψιμό του, αλλά και ειδικά γι’ αυτό το ποίημα, το ξέρετε καλά, μ’ αρέσει η κουνημένη καλογερίστικη ατμόσφαιρα και γύρω-γύρω να ‘ναι πλάτανοι, βουνά και περιβόλια.

 

Nan Garden Ikaria

____

 

Περίπου το 30 π.Χ.

ҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖ

Ŧο   αναλόγιον του δεξιού ψάλτου
ονόματος Γεωργά,
Χάιντα αριστερού Μητροπόλεως
Ευαγγελίστριας ψάλτου -και αναλόγια
Μονών ερημητηρίων ειδημόνων.
.
Ŧο  διπλό αναλόγιον πλάγια στηριζόμενον
περιστροφικόν
Α, ναι, άνευ Κυριακής
άνευ επισκέψεως ναού μεθ’ εικόνων
το άλλο όπου
ο Ιούδας λυχνία μοναστηριού
με προδοσία αιώνος
σαν χθες ήτο όπου έψαλον
σαν χθες όπου ποιμένες ευαγγελίζοντο.
.

Ǒ  κυνηγός ήρθε είδεν τα σκάγια του όπλου
τσάγκρα ή δικάνου
έβγαλε τη σούμα μπαρουτιού
και έριψεν επί του πτηνού.

.

Й  ψαλμωδία διεκόπη
ο Φλαράκης φώναζε
ο Γεώργιος εξαπλούτο
ο Φώτιος εβάφετο στη συκομωρέα
ως ινδιάνος πλέον τριγυρίζει
αι κόραι έραπτον
κι ο Μιχαήλ έπαιζε με πηλούς
δέντρα εικόνες εμμανουάλια.

.

Ŧο  περιλάλητον ντρες του 95
είχαν φύγει-ετερμάτισεν
μεταφραζόμενον ένδυμα.

.

Ŧο  περιλάλητον εκ βαθέως όρθρου
της Ελένης προδοσία
ερίπτετο εις νέαν μάχην.
.

Ŧον  Ιωάννην εφώναζον
τον στίβοντα ενδύματα ανάποδα
και βολτάροντα εις πλατάνους.

.

Й  ψαλμωδία ξανάρχισεν
κόντευαν τα χαράματα
το ρυάκιον έτρεχεν εκεί
όπου ο Ευστάθιος γυμνός
ως Αδάμ
ελούζετο.

.

Қαι  ελάβαμεν γράμμα εξ Αθηνών
«Αγαπημένη μου θεία είμεθα
καλά το αυτό επιθυμούμεν δι’ υμάς.
Σοφία».

.

Қ  άποιος προσπαθούσε να καταλάβει.

.

Μιχάλη Κατσαρού,
ποιητική συλλογή «Ενδύματα» (1977)

 

ҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖҖ

 

____

Next post : ΑΠΟΛΩΦΑ

Previous post : Έμπρακτη Θέση και Άποψη

____


Satyricon


. . .

.

3 jokes to complete the trilogy smoothly and because we are Greeks, with laughs. As Aristotle  has said:
"Tragedy, then, is an imitation of an action that is serious,
complete, and of a certain magnitude; in language embellished
with each kind of artistic ornament, the several kinds being
found in separate parts of the play; in the form of action,
not of narrative; through pity and fear effecting the proper
purgation of these emotions."
.

______________________________________________________________

Give Greece a chance

_____________________________________________________________

Zorba is dead

______________________________________________________________

The answer is development
The answer is development

______________________________________________________________

with special thanks to the team...

. . .
.
Friday March 18, 2012
.
.
Previous post: The Greek Slave
.
. . .

Έλλειψη Συγκέντρωσης 😂


.
Πρώιμες φέτος οι Αποκριές και σε λίγο τσακ μπαμ τέλειωσαν! 😥
.
.
Ο παρακάτω σατιρικός μονόπρακτος μονόλογος σε τέσσερις σκηνές ανέβηκε πριν δυο χρόνια τέτοια εποχή σε μια παράσταση της ομάδας www.sinthesis.gr. Ήταν στο ίντερνετ, αλλά κατέβηκε μετά. Το είχα όμως φυλάξει και αποφάσισα να το αποθανατίσω. Προφανώς το κείμενο είναι γραμμένο από Ικαριώτη. Το να μπορείς να σατιρίζεις τόσο ανελέητα, αλλά και τόσο πετυχημένα τον ίδιο σου τον εαυτό είναι κατά τη γνώμη μου δείγμα μεγάλης υγείας. Όσο για το αν ισχύουν αυτά που περιγράφει, όχι βέβαια. Οι Ικαριώτες είναι από τους πιο επίμονους κι εργατικούς ανθρώπους που ξέρω. Απόδειξη της εργατικότητάς τους είναι άλλωστε το ίδιο το κείμενο. Το να κάνεις κάποιον να γελάσει είναι πολύ σκληρή δουλειά. Αν υπάρχει κάτι, αυτό το κάτι είναι μια κάποια «έλλειψη συγκέντρωσης», μια κάποια έλλειψη ορθού προσανατολισμού της νεανικής επιχειρηματικότητας, μια έλλειψη κοινωνικής ευθύνης, έλλειψη ορθολογικού μακρόπνοου σχεδίου βιώσιμης ανάπτυξης…
Άχου εν ημπορώ άλλο. Σώνει ως εδώ γιατί με πνίγουν τα γέλια.
😂
Απολαύστε και Καλές Αποκριές! 

😊

Kicking back, Ikaria 2006, by fuzz'ed on Flickr

________________________________

ΙΚΑΡΙΩΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ (1)

Μετά το στρατό ηκάθουμουν κι εν ημπόρουν. Ησκέφθην το καλά κι ένα χρόνο μετά ήνοιξα την πρώτη μου επιχείρηση: όχι πολλά, ένα καφενείο στις Ράχες. Το ‘χε ένας θείος, ηδούλευγέ ένα χρόνο, αλλά ηκουράσθη, ηπέτασε κι είπα να του βουθήσω. Ε, ηπήρα το κι ήνοιξά το. Ήνοιγά το στις 11 το βράδυ, αλλά κάθε βράδυ. Όποιος ήθελε πιο νωρίς, το κλειδί το ‘χα ποθεμένο πρώτο τραπέζι όξω, κάτω απ’ το μπουκέφαλο τασάκι, απέσω απ’ το ρολόι της ΔΕΗ. Δημοκρατία στο καφενείο μου. Όποιος ήθελε ήμπαινε κι ήφτιαχνε τον καφέ του. Αλλά και το ουζάκι του. Για μεζέ είχα τα πάντα… Σαρδελίτσες ελίτσες τυράκι… Προίκα απ’ το θείο. Ησερβίρασιν ο ένας στον άλλο, ησέρβιραν κι εμένα, όποτε ηπήαινα… Καλή επιχείρηση, μά/σαλάχ, δόξα τω λαώ και παρέες ήβρισκα και λεφτά ήβγαζα, αλλά βρουχ, εν ημπόρουν άλλο, ηβαρέθην κι ήκλεισά το. Ηπέτασα.

.

ikaria village by janwillemsen

_____________________________

ΙΚΑΡΙΩΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ (2)

Ηδαιμόνιζέ με που το ψωμί στο σπίτι ήτανε αιωνίως μπαγιάτικο. Ήφερνέ το ένας έμπορος από τη Σάμο. Αλλά ήτανε στόκος. Το ψωμί. Αλλά επειδή εγώ είμαι μαμούνι, εν ημπόρουν να κάθομαι, ησκέφθην το ένα χρόνο κι ήντα α κάμω, ήνοιξα άλλη μια επιχείρηση.

Μπα, όχι πολλά! Είχαμ’ ένα φούρνο στο χωριό, αλλά, ε γκζέρω γιατί, ήτανε κλειστός για χρόνια. Ε, ηπήα κι άνοιξά τον. Κι ήβαλα το κλειδί στο ρολόι της ΔΕΗ. Κι ο φούρνος επιτέλους ηδούλεψε. Ο πελάτης δεν ηναγκάζετο α ‘ρτει πρωί-πρωί ίνα βρει φρέσκο ψωμί. Και μεσημέρι είχα φρέσκο ψωμί και απόγευμα και βράδυ. Όποιος ήθελε, όποτε ήθελε, ηπήαινε, ήπαιρε το κλειδί απ’ το ρολόι της ΔΕΗ, ήνοιγε, ηζύμωνε, ήναφτε το φούρνο κι ήψηνε ό,τι ‘θελε. Ακόμα και τυρόπιτες. Τυρί ηπαίρανε από δίπλα. Είχα κι ένα δίσκο απά στο μπάγκο με ψιλά, ηπληρώνανε, ηπαίρανε και ρέστα κι ηπετούσαν.

Αλλά να δεις τι λαός είμαστε εμείς οι Καριώτες, ήφηναν και καμιά περισσευούμενη φρατζόλα για μένα ή για τον ξένο. Όποιος απ’ τα γύρω ξέμενε αργά στο χωριό, ήξερε ότι άμα ηπήαινε στο φούρνο θα έβρισκε λίγο ψωμί. Ό, τι ήθελε ο πελάτης ήκαμνε. Μόνη μου απαίτηση να μην αφήνουνε το μαγαζί ανοιχτό. Ηκλειδώνανέν το κι ηφήνανε το κλειδί στο ρολόι της ΔΕΗ. Πάνω απ’ όλα η τάξη και η ασφάλεια.

Α πεις, αφήνεις το μαγαζί μπάτε σκύλοι αλέστε; Έλα μωρέ! Σε ποιον θα κάνει καρδιά να με κλέψει; Είναι τόσο εύκολο που δεν του πάει. Άσε που ο ιστορικός εκείνος φούρνος ηνέπνεε σεβασμό, γιατί ποτέ, κανένα φαγητό σε ταψί δε μου κάηκε. Η νοικοκυρά ήτανε από πάνω κι ηπρόσεχε. Εγώ ηκάθουμουν εις το ζαχαροπλαστείο της Κολοκασούς για κάνα ουζάκι.

Πολύ καλά ηπήε ο φούρνος, δόξα τω λαώ. Όλο το χωριό ευχαριστημένο και καλά λεφτά ήβγαζα, αλλά, βρουχ. Εν ημπόρουν άλλο. … Ηβαρέθην κι ήκλεισά τον. Ηπέτασα.

.

pot Ikaria

_____________________________

ΙΚΑΡΙΩΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ (3)

Εγώ είμαι επιχειρηματικό μαμούνι. Κι αφού εν ημπόρουν να κάθομαι, ησκέφθην το ήντα α κάμω και μετά από ένα χρόνο ήνοιξα άλλη μια επιχείρηση.
Μπα, όχι πολλά! Ησχολήθην με τη γεωργία. Ήφτιασα ένα δασύλλιο με καναβουριές. Φουντοκόμος. Και με την πελατεία, συνέπεια.
Εν τους ήφερνα εγώ γουρούνι στο σακί. Ο πελάτης ηπήαινε κι ήβλεπε το δέντρο να ξέρει τι παίρνει. Όχι ερήμην, μαθές! Τα ’χα όλα μαντρωμένα με συρματόπλεγμα ίνα μην τα φάνε τα κατσίκια, αλλά το κλειδί του λουκέτου πάνω στην πέτρα, εκεινά μπροστά, μην ψάχουν το.
Όποιος ηγούσταρε ηπήαινε στη φυτεία κι ηπότιζε τα δενδρύλλια, ήκοβγε κι ό,τι ήθελε, ηρχόταν και μου ’δινε τον οβολό του… και κάνα ψιλοκομμένο…
Κι εγώ Κέρβερος! Βούθαγα τη γυναίκα μου, που ’χε ανοίξει ένα κομμωτήριο σελφ-σέρβις πέρα στον Άγιο κι έπρεπε να είμαι σπίτι να της κάνω παρέα. Η φυτεία καλά ηπήαινε. Ήρχοντο και τα φρικιά από την Αθήνα, ήστηναν τις σκηνές τους κάτ’ απ’ τις καναβουριές και όλοι με το χαμόγελο.

Καλή η δουλειά, δόξα τω λαώ. Καλή χαρά όλη η οικογένεια στα πανηγύρια απ’ τα ντουμάνια και καλό όνομα ήφτιαξα με τη φυτεία και καλά λεφτά ήβγαζα, δε μ’ ένοιαζε η κούραση, αλλά, βρουχ. Εν ημπόρουν άλλο, ηβαρέθην κι ήκλεισά τη. Ηξεπάτωσά τη κι όλας. Ηπέτασα.

.

evdilos ikaria by kikiller

_____________________________

ΙΚΑΡΙΩΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ (4)

Μετά τις τρεις πρώτες εταιρείες μου το επιχειρηματικό δαιμόνιο είχε μπει για καλά μέσα μου. Βέβαια τελικά ηπέτουν, αλλά εγώ είμαι μαμούνι κι εν ημπορώ να κάθομαι. Ησκέφθην το λοιπόν ένα χρόνο, ήντα α κάμω κι ήνοιξα κι άλλη μια επιχείρηση.
Όχι πολλά! Ένα θερινό σινεμά άνοιξα στον Άγιο. Όχι με ταινίες… Μην τρέχω να τυλίγω να ξετυλίγω σα μοδίστρα τα καρούλια!.. Είχα dvd και προτζέκτορα και οθόνη. Τίποτ’ άλλο, μην πουν ότι το κάνω Βίλατζ!…
Καλά ηπήαινε ο σινεμάς. Εγώ ηκάθουμου εις το καφενείο για τσιπουράκι, εκινά δίπλα ήτανε και το κομμωτήριο της γυναίκα μου, ηπήαινα να παίξω ένα στοιχηματάκι, μου ’ριχνε κι ένα κουρεματάκι κι ένα ξυρισματάκι η γειτόνισσα…
Αλλά ο σινεμάς, σινεμάς. Όποιος ήθελε ήμπαινε μέσα. Ο πρώτος ήγνώριζε πως το κλειδί το ’χα , κρυμμένο στη γλάστρα με το βασιλικό στο κεφαλόσκαλο. Ηφέρνανε και το καρεκλάκι τους γιατί τα δικά μου τα είχα στοιβαγμένα και πού να τα ξεστοιβάζουνε… Μην τους κουράζω τους πατριώτες μου!… Καλοί άνθρωποι. Ήφερναν στο καφενείο και τα λεφτά για τα εισιτήριά τους…
Ηκουβάλουν στο σινεμά και ντιβιντιά από εφημερίδες και ντοκυμαντέρ και τσόντες κι ελληνικές ταινίες, ό,τι ’θελαν. Ελεύθερη έκφραση. Ηβάζαν τα κι ήβλεπάν τα. Ευχαριστιόταν ο κόσμος. Μια θειά μου στη γιορτή μου ήφερε δώρο κι ένα γιασεμί κι ηφύτεψέ το για να μη βλέπουν οι απ’ έξω… Κι ηπότιζάν το ούλοι οι πελάτες.
Καλά πήγαινε ο σινεμάς, δόξα τω λαώ. Και χαρά στα παιδιά έδινε και το πολιτιστικό επίπεδο του νησιού ανέβαζε και καλά λεφτά ήβγαζα, ε μ’ ήνοιαζε η κούραση, αλλά, βρουχ. Εν ημπόρουν, άλλο, ηβαρέθην κι ήκλεισά το. Ηπέτασα.

Γλωσσάρι
εν ημπόρουν = δεν άντεχα
ηπέτασα = έφυγα βιαστικός, εξαφανίστηκα, την κοπάνησα
ποθεμένο = ακουμπισμένο
μπουκέφαλο = αναποδογυρισμένο
μά/σαλάχ = «δόξα το θεό» ή «μπράβο» ή «να μην βασκαθείς» (ανάλογα την περίπτωση)
μαμούνι = ο ανήσυχος, ο εργατικός άνθρωπος
ε γκζέρω = δεν ξέρω
α ‘ρτει = να έρθει
απ’ τα γύρω = από τα γύρω χωριά
στον Άγιο = στον Άγιο Κήρυκο, την πρωτεύουσα της Ικαρίας
ηξεπάτωσά τη = την ξερίζωσα

Εσείς ποιά «επιχείρηση» του Ικαριώτη επιχειρηματία
θα θέλατε να συνεχίσετε;
Το καφενείο
18
Το φούρνο
12
Τις καναβουριές
12
Το σινεμά
21
.

Tuesday February 9, 2010

Next post: Holes and Horns

Previous post: Η Ικαριώτικη Σούστα στον καιρό της Παγκοσμιοποίησης.

.

.

Comments

(4 total)

Αχ το ‘θελα λίγο γέλιο απόψε κι ας το ξέρω το μονόλογο! Τέλεια επιλογή φωτογραφιών! Ψήφισα «το σινεμά». Είναι που όλοι ξέρουν πως ενδιαφέρομαι για «τα πολιτιστικά» – χαχαχα!!!

Αχ ειναι τρομερα αστειο. Δε χορταινω να το διαβαζω! Ομως τωρα -βρουχ- πρεπει να πετασω!..

Χαχα! Βρήκα και τη συνέχεια…
http://www.lifo.gr/blogs/giatros/13912
http://www.lifo.gr/blogs/giatros/13912#blogtop
(επικαιροποιημένη)

_____________________________________
ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΟ ΩΡΑΡΙΟ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΚΑΡΙΑΣ

Από Δευτέρα πήρε μπρος το θερινό ωράριο καταστημάτων
σε όλη την Ελλάδα. Σε όλη; Όχι ακριβώς.

Σύμφωνα με ανασφαλείς πληροφορίες μας
(έχουν ψυχικά προβλήματα)
στις Ράχες Ικαρίας ακολουθείται άλλο ωράριο.

Τα εμπορικά καταστήματα, όπως και τα υπόλοιπα,
παραμένουν κατά κάποιον τρόπο ανοιχτά ή και κλειστά
όλη μέρα, το ίδιο είναι, όμως:

Οι καταστηματάρχες εκεί έσπασαν οι ίδιοι τις βιτρίνες τους παραδοσιακά,
με πλάκες Ικαρίας εις ένδειξιν διαμαρτυρίας κατά της αστυνομικής βίας.
Από Δευτέρα ισχύει συνεχές εορταστικό ωράριο
που θα κρατήσει όλο το χρόνο, γιατί κάθε μέρα,
σύμφωνα με το εορτολόγιο, είναι μια-δυο γιορτές.

Ο πελάτης μπορεί όποια ώρα της μέρας θέλει να μπαίνει στο μαγαζί
από τη σπασμένη βιτρίνα συμπαραστεκόμενος κι αυτός στις διαδηλώσεις
της λοιπής χώρας. Δοκιμάζει ρούχα ή παπούτσια, διαλέγει και παίρνει,
αφήνει τα χρήματα στο καλαθάκι που βρίσκεται στον πάγκο,
όπου υπάρχουν και ψιλά για ρέστα. Αν θέλει να ψωνίσει με πιστωτική,
μπορεί να πάει μετά να βρει τον καταστηματάρχη
στο καφενείο-ταβέρνα-παντοπωλείο.

Όσοι πελάτες δε θέλουν να συμπαρασταθούν,
μπορούν να μπαίνουν στο μαγαζί,
πάλι όποια ώρα θέλουν, αλλά από την πόρτα.
Το κλειδί είναι κρυμμένο στο ρολόι της ΔΕΗ.

Παρακαλούνται μετά τα ψώνια τους να κλειδώσουν την πόρτα
του καταστήματος και το κλειδί να το ξαναφήσουν στο ρολόι της ΔΕΗ.

.

Άχα! , το ήξερα βέβαια. Ο ‘giatros’ καλό είναι που συνεχίζει, αλλά εντάξει σαν sequel δεν είναι τόσο αστείο όσο το πρώτο που ήταν αυθόρμητο και «εκτός επικαιρότητας».

.