map Ikaria secrets walk

'Ο Γύρος των Ραχών με τα Πόδια' - Ο πεζοπορικός χάρτης που κυκλοφόρησε το 1998 και χρηματοδότησε τη συντήρηση και επέκταση του δικτύου των μονοπάτιών στην Ικαρία
.
.
«Ο ΓΥΡΟΣ ΤΩΝ ΡΑΧΩΝ ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ»
Ο πεζοπορικός χάρτης που κυκλοφόρησε το 1998 και χρηματοδότησε τη συντήρηση και επέκταση του δικτύου των μονοπάτιών στην Ικαρία.
.
Εδώ απόσπασμα από το καταπληκτικό εισαγωγικό κείμενο του χάρτη με πληροφορίες για την Ικαρία γενικά:

««Πώς σχεδιάστηκε αυτός ο χάρτης;»

«Ο «Γύρος των Ραχών με τα Πόδια» είναι ένα αυτοχρηματοδοτούμενο οικοτουριστικό πρόγραμμα μεγάλης διάρκειας που έχει ως στόχο να συμβάλλει στη διατήρηση της φύσης και την ανάδειξη του τοπικού πολιτισμού, προτείνοντας μερικές καλά επιλεγμένες οδοιπορικές διαδρομές, σηματοδοτημένες και συνδεδεμένες μεταξύ τους σε ένα ενιαίο δίκτυο που διατρέχει σχεδόν ολόκληρη τη δυτική Ικαρία. Αυτός ο χάρτης είναι η αυθεντική έντυπη απεικόνιση του προγράμματος. Εκδόθηκε, αφενός για να καθοδηγεί και να πληροφορεί τους επισκέπτες, αφετέρου για να χρηματοδοτεί τη συντήρηση των μονοπατιών με τα έσοδα από τις πωλήσεις του. Σχεδιάστηκε ως «Σύντροφος του Οδοιπόρου», γι’ αυτό διαφέρει από τους κοινούς γεωγραφικούς χάρτες ως προς τα εξής: α) η κλίμακα έχει μεγεθυνθεί στο έπακρο, β) το έδαφος φαίνεται ανάγλυφα υπό προοπτική, γ) οι συμβατικές γεωγραφικές συντεταγμένες έχουν αντιστραφεί, ώστε το τοπίο να φαίνεται όπως περίπου το βλέπει ένας οδοιπόρος που ανεβαίνει από τη θάλασσα προς το βουνό (βλ, το ανεστραμμένο ανεμολόγιο στην πάνω αριστερή γωνία του χάρτη).»

α) «Γεωγραφία»
«Οι Ράχες είναι μια μεγάλη περιοχή της βόρειας-βορειοδυτικής Ικαρίας. Αποτελείται από αλλεπάλληλες λοφοπλαγιές που ξεκινούν σχεδόν από το επίπεδο της θάλασσας και φτάνουν μέχρι τις βουνοκορφές του όρους «Αθέρας» (υψόμ. 1033 μ.). Εκεί απλώνονται τέσσερις πεδινές εκτάσεις, το Πέζι, η Εριφή, τα Αμμουδιά και ο Ζηζόκαμπος που κρατούν τα νερά της βροχής και τροφοδοτούν πολλούς χείμαρρους, οι μεγαλύτεροι από τους οποίους είναι η Χάλαρη, ο Χάρακας και ο Μύρσωνας. Αυτοί «οι ποταμοί» (όπως τους λένε οι Ικαριώτες), δεν στερεύουν το καλοκαίρι και έχουν χαράξει στα βουνά απόκρημνες χαράδρες. Ανάμεσα τους σχηματίζονται αρκετές μικρές κοιλάδες προφυλαγμένες από τις καιρικές συνθήκες και σχεδόν αθέατες από τη θάλασσα. Μέσα τους κρύβονται, διάσπαρτα, τα χωράφια και τα σπίτια των ανθρώπων, ενώ οι εκκλησίες κι οι πλατείες είναι κτισμένες πιο ψηλά, σε βραχώδη οροπέδια σαν μπαλκόνια. Γύρω τους απλώνονται δάση, που σκεπάζουν με πράσινες σκιές αυτήν την πολυδαίδαλη γεωφυσική διαμόρφωση.»

β. «Ιστορία»
«Όπως και η υπόλοιπη Ικαρία, οι Ράχες είναι γνωστό ότι κατοικούνται ήδη από την προϊστορική εποχή. Ωστόσο, η πιο ενδιαφέρουσα περίοδος, όσον αφορά αυτή την περιοχή, αρχίζει τον 15ο αιώνα, κατά τις τελευταίες μέρες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, όταν εξαιτίας των πειρατών και των Τούρκων, η ζωή στα παράλια του Αιγαίου κατάντησε αφόρητη. Ενώ οι Γενοβέζοι δεσπότες του νησιού εγκατέλειπαν την Ικαρία και αναδιπλώνονταν στην κυριότερη βάση τους, τη Χίο, οι Ικαριώτες κατέφευγαν στα βουνά, ιδίως στη Λαγκάδα, μια απομονωμένη ορεινή κοιλάδα, στο δυτικό άκρο του νησιού, όπου ιδρύθηκε ένας πρωτόγονος, αλλά ασφαλής και καλά οργανωμένος αντιπειρατικός οικισμός, ο κυριότερος αυτού του είδους σε ολόκληρο το νησί. Αυτή η εποχή ονομάστηκε «Αφάνεια» (= εξαφάνιση των κατοίκων) και περιλαμβάνει τον 16ο και μεγάλο μέρος του 17ου αιώνα. Ως αποτέλεσμα, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι το νησί ήταν, αν όχι εντελώς ακατοίκητο, τουλάχιστον τόσο φτωχό, ώστε δεν άξιζε να ριψοκινδυνέψει κανείς στις απόκρημνες ακτές του για να ληστέψει ή να υποδουλώσει τους κατοίκους. Οι Ικαριώτες πέρασαν εκείνη την τρομερή περίοδο ζώντας σε πλήρη απομόνωση και υπό σκληρότατες συνθήκες διαβίωσης. Όμως παρέμειναν ελεύθεροι, τελείως ανενόχλητοι από τις επιδρομές και τους πολέμους που εξαφάνισαν κάθε ίχνος ζωής από άλλα νησιά του Αιγαίου.
Στις αρχές του 19ου αιώνα οι απόγονοι των σκληροτράχηλων ορεσίβιων της «Αφάνειας» έκτισαν τα χωριά των Ραχών περίπου με τη μορφή που βλέπουμε σήμερα. Εκμεταλλευόμενοι τα αιωνόβια δάση βελανιδιάς που έφταναν μέχρι τις ακτές, παρήγαγαν μεγάλες ποσότητες ξυλοκάρβουνου, καθώς και άφθονο μαύρο κρασί μιας ποικιλίας γνωστής ήδη από την εποχή του Ομήρου. Από τα μέσα του 19ου έως τις αρχές του 20ού αιώνα, χάρη στις σχέσεις με τα παράλια της Μικρός Ασίας, η οικονομία της Ικαρίας άκμασε και τότε έγιναν πολλά δημόσια έργα: εκκλησίες, σχολεία, πέτρινα γεφύρια και το δίκτυο των μονοπατιών (οι λιθόστρωτες «ρύμες»).
Το 1912 πληθυσμός του νησιού έφτανε τους 15.000 κατοίκους. Εκείνο το έτος η Ικαρία επαναστατεί μόνη της κατά της τουρκικής διοίκησης, κερδίζει την ανεξαρτησία της και σε λίγο ενώνεται με την Ελλάδα. Αυτά όμως ήταν τα τελευταία καλά χρόνια. Μετά το 1922 και την τελειωτική χάραξη των ελληνοτουρκικών συνόρων στο Αιγαίο, τα ανατολικά νησιά αποκόπηκαν από την κοντινή Μικρά Ασία, ενώ από την άλλη, η μητέρα Ελλάδα απείχε ταξίδι πολλών ημερών με τα ιστιοφόρα της εποχής. Στο μεταξύ τα δάση με τις βελανιδιές είχαν κοπεί και τα αμπέλια είχαν καταστραφεί από τη φυλλοξήρα.
Ήδη σε ύφεση η παραδοσιακή οικονομία της Ικαρίας δέχτηκε το τελειωτικό κτύπημα από τους ναυτικούς αποκλεισμούς και τη σιτοδεία στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε πολλοί Ικαριώτες εγκατέλειψαν το νησί και μετανάστευσαν, ενώ άλλοι στράφηκαν στην ποντοπόρο ναυτιλία.
Στην περίοδο του Ελληνικού Εμφυλίου πολέμου (1946-49), λόγω της έλλειψης λιμένων, η Ικαρία επιλέγεται από την κυβέρνηση ως κατάλληλος τόπος για να μεταφέρουν και να απομονώσουν χιλιάδες αιχμαλώτους πολίτες, οπαδούς της Αριστεράς, ώστε να μην λάβουν μέρος στον πόλεμο στο πλευρό των αντιπάλων. Το μέτρο της μαζικής εξορίας ήταν για την κυβέρνηση μία μεταβατική, πρόσκαιρη λύση, γι’ αυτό και το καθεστώς διαβίωσης τους στην Ικαρία ήταν σχετικά ήπιο. Οι εξόριστοι ζούσαν σε επιτηρούμενους καταυλισμούς ή άδεια σπίτια και μπορούσαν να κυκλοφορούν και να εργάζονται. Έτσι, επικοινωνούσαν με τους κατοίκους και μολονότι αυτό απαγορευόταν αυστηρά, δημιουργήθηκαν μεταξύ τους σχέσεις φιλίας και αλληλοβοήθειας. Ως αποτέλεσμα, με το τέλος του πολέμου, οι Ικαριώτες υπέστησαν την οργή της εξουσίας. Ο λόγος ήταν όχι μόνο ότι και είχαν παραβεί τις διαταγές και συμπεριφέρθηκαν φιλόξενα προς τους εξόριστους, αλλά επιπλέον, περιφρονώντας το τεράστιο ποσό της επικήρυξης, δεν κατέδωσαν τα κρησφύγετα μια χούφτας ανταρτών που ζούσαν αποκλεισμένοι στα βουνά. Ως συνέπεια -ή μάλλον ως τιμωρία- η διοίκηση «ξέχασε» το νησί επί δεκαετίες. Μόνο μετά το 1974 ξεκίνησαν κάποια μεγάλα δημόσια έργα (εξηλεκτρισμός, λιμάνια, οδικό δίκτυο), ενώ παράλληλα κάνει δειλά-δειλά την εμφάνιση του ο τουρισμός.
[Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ο τρόπος οργάνωσης και η ιδιαίτερη φυσιογνωμία που διατηρούν μέχρι σήμερα τα περιώνυμα για την εορταστική τους ατμόσφαιρα πανηγύρια της Ικαρίας, χρονολογούνται από εκείνη την περίοδο. Αφού δεν υπήρχαν πόροι, ούτε κρατική υποστήριξη, οι Ικαριώτες μετέτρεψαν τα πανηγύρια τους σε μέσο χρηματοδότησης των μικρών έργων που είχε ανάγκη το κάθε χωριό. Με τα χρήματα που συγκέντρωναν, κατασκεύαζαν στοιχειώδεις υποδομές (π.χ. υδραγωγεία, γεφύρια, δρόμους), ενώ σήμερα προορίζονται κυρίως για τη διάσωση και ανάδειξη του τοπικού πολιτισμού.]»

γ. «Αρχιτεκτονική»
«Εκτός ίσως από τον Άγιο Κήρυκο και τον Εύδηλο, έως τα μέσα του 20ού αιώνα πουθενά στο νησί δεν υπήρχαν συγκεντρωμένοι οικισμοί, του τύπου π.χ. των Κυκλάδων. Εκτός από λίγα καφενεία και καταστήματα γύρω από τις εκκλησίες, τα σπίτια στους ορεινούς οικισμούς ήταν μακριά το ένα από το άλλο, εναρμονισμένα στο φυσικό περιβάλλον με αξιοθαύμαστη τέχνη. Μοναδικό παράδειγμα στον χώρο του Αιγαίου, είναι το ιδιόρρυθμο «αντι-πειρατικό» ή «καμουφλαρισμένο» σπίτι της εποχής της «Αφάνειας» με τα εξής χαρακτηριστικά: α) έχει στέγη μονόρριχτη, σκεπασμένη με ακατέργαστες πλάκες, β) δεν υπάρχουν παράθυρα, ούτε καμινάδα, β) η θέση του είναι επιλεγμένη ώστε να μην φαίνεται από τη θάλασσα, και γ) μπροστά και κατά μήκος του σπιτιού υπάρχει ένας τοίχος, σαν παραπέτασμα, που κρύβει το φως της λάμπας τη νύχτα. Αυτά τα σπίτια είναι διάσπαρτα παντού, όμως ακόμη και σήμερα που το τοπίο έχει αλλάξει, χρειάζεται κανείς προσοχή για να τα διακρίνει. Πολλά χρησιμοποιήθηκαν ως υπόβαθρο για τα νεότερα σπίτια του 19ου και 20ού αιώνα, άλλα έγιναν στάβλοι ή αχυρώνες, αλλά υπάρχουν ορισμένα που κατοικούνται ακόμη.»

«δ. «Ζώα και φυτά»
«Η Ικαρία αποτελείται από αλλεπάλληλα, πανάρχαια στρώματα διαφόρων ειδών γρανιτικών πετρωμάτων που αναδύθηκαν από τη θάλασσα και χωρίστηκαν από προκατακλυσμιαίους σεισμούς. Στην προϊστορική εποχή το έδαφος ήταν εύφορο, με δάση τόσο πυκνά που πρέπει να δυσκόλεψαν πολύ την εγκατάσταση των πρώτων ανθρώπων. Εκεί ζούσαν αγριογούρουνα, τσακάλια, ζαρκάδια και αίγαγροι, πολύ πιθανόν και «καπλάνια» (μικρές βουνίσιες λεοπαρδάλεις της Ανατολής). Σήμερα όμως απ’ όλα αυτά τα άγρια ζώα δεν μένει παρά η τετραπέρατη «ατσίδα», μια μικρή νυκτόβια νυφίτσα. Στα γλυκά νερά των ποταμών άλλοτε ζούσαν βίδρες («σκύλοι του ποταμού»), τώρα όμως βλέπει κανείς μόνο νεροχελώνες (δύο σπάνια είδη), μερικά καβούρια, πού και πού κάποιο χέλι και πιο σπάνια κάποιο νερόφιδο. Φίδια δεν υπάρχουν πολλά, εκτός ίσως από τους μεγάλους, ακίνδυνους «ποντικολόγους». Αντίθετα, οι σαύρες είναι άφθονες και πολλών ειδών με πρώτο και καλύτερο ανάμεσα τους τον κορκόφιλα (Laudakia Stelio, το κροκοδειλάκι του Αιγαίου), ένα ερπετό με όψη σαν του δεινόσαυρου και χρώματα που αλλάζουν αποχρώσεις σαν του χαμαιλέοντα. Τα πουλιά είναι πάρα πολλά, όμως δεν φαίνονται εύκολα, γιατί κρύβονται ανάμεσα στα φυλλώματα και τους βράχους. Ωστόσο, σίγουρα ο οδοιπόρος θα συναντήσει την ενδημική γερακίνα των λαγκαδιών, ενώ με λίγη τύχη μπορεί να δει ψηλά στα βουνά τον Φιλάδελφο («Βιτσίλα»), τον νησιώτη σταυραετό με την υπέροχη πτήση.
Εξαιτίας της γεωγραφικής απομόνωσης του νησιού και της απουσίας εκτεταμένων ανθρωπίνων παρεμβάσεων, η χλωρίδα της Ικαρίας χαρακτηρίζεται από εξαιρετική αφθονία, ποικιλία και σπανιότητα ειδών. Τουλάχιστον όσον αφορά τα δέντρα, τα πιο εντυπωσιακά είναι η ελαφοκουμαριά (ικαρ. «άντρακλος») με τον στιβαρό, κατακόκκινο κορμό και τα ωραία λευκά άνθη, τα τεράστια πλατάνια, τα κυπαρίσσια σε διάφορα είδη, καθώς και οι μικροί κέδροι που στολίζουν και χαρίζουν σκιά στις παραλίες. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν ακόμα πυκνά δάση με κουμαριές, μεγάλα ρείκια και βελανιδιές διαφόρων ειδών που έφταναν μέχρι τη θάλασσα και σκέπαζαν τις ακτές. Στη θέση τους φύτρωσαν αργότερα τα πανύψηλα ωραία πεύκα -σήμα κατατεθέν του ραχιώτικου τοπίου.»

.
.
.
.
.

Παρόλα αυτά…


3 Σχόλια on “map Ikaria secrets walk”

  1. Ο/Η egotoagrimi λέει:
    .
    .
    Το καταπληκτικό εισαγωγικό κείμενο του χάρτη για την Ικαρία γενικά:

    ««Πώς σχεδιάστηκε αυτός ο χάρτης;»

    «Ο «Γύρος των Ραχών με τα Πόδια» είναι ένα αυτοχρηματοδοτούμενο οικοτουριστικό πρόγραμμα μεγάλης διάρκειας που έχει ως στόχο να συμβάλλει στη διατήρηση της φύσης και την ανάδειξη του τοπικού πολιτισμού, προτείνοντας μερικές καλά επιλεγμένες οδοιπορικές διαδρομές, σηματοδοτημένες και συνδεδεμένες μεταξύ τους σε ένα ενιαίο δίκτυο που διατρέχει σχεδόν ολόκληρη τη δυτική Ικαρία. Αυτός ο χάρτης είναι η αυθεντική έντυπη απεικόνιση του προγράμματος. Εκδόθηκε, αφενός για να καθοδηγεί και να πληροφορεί τους επισκέπτες, αφετέρου για να χρηματοδοτεί τη συντήρηση των μονοπατιών με τα έσοδα από τις πωλήσεις του. Σχεδιάστηκε ως «Σύντροφος του Οδοιπόρου», γι’ αυτό διαφέρει από τους κοινούς γεωγραφικούς χάρτες ως προς τα εξής: α) η κλίμακα έχει μεγεθυνθεί στο έπακρο, β) το έδαφος φαίνεται ανάγλυφα υπό προοπτική, γ) οι συμβατικές γεωγραφικές συντεταγμένες έχουν αντιστραφεί, ώστε το τοπίο να φαίνεται όπως περίπου το βλέπει ένας οδοιπόρος που ανεβαίνει από τη θάλασσα προς το βουνό (βλ, το ανεστραμμένο ανεμολόγιο στην πάνω αριστερή γωνία του χάρτη).»

    α) «Γεωγραφία»
    «Οι Ράχες είναι μια μεγάλη περιοχή της βόρειας-βορειοδυτικής Ικαρίας. Αποτελείται από αλλεπάλληλες λοφοπλαγιές που ξεκινούν σχεδόν από το επίπεδο της θάλασσας και φτάνουν μέχρι τις βουνοκορφές του όρους «Αθέρας» (υψόμ. 1033 μ.). Εκεί απλώνονται τέσσερις πεδινές εκτάσεις, το Πέζι, η Εριφή, τα Αμμουδιά και ο Ζηζόκαμπος που κρατούν τα νερά της βροχής και τροφοδοτούν πολλούς χείμαρρους, οι μεγαλύτεροι από τους οποίους είναι η Χάλαρη, ο Χάρακας και ο Μύρσωνας. Αυτοί «οι ποταμοί» (όπως τους λένε οι Ικαριώτες), δεν στερεύουν το καλοκαίρι και έχουν χαράξει στα βουνά απόκρημνες χαράδρες. Ανάμεσα τους σχηματίζονται αρκετές μικρές κοιλάδες προφυλαγμένες από τις καιρικές συνθήκες και σχεδόν αθέατες από τη θάλασσα. Μέσα τους κρύβονται, διάσπαρτα, τα χωράφια και τα σπίτια των ανθρώπων, ενώ οι εκκλησίες κι οι πλατείες είναι κτισμένες πιο ψηλά, σε βραχώδη οροπέδια σαν μπαλκόνια. Γύρω τους απλώνονται δάση, που σκεπάζουν με πράσινες σκιές αυτήν την πολυδαίδαλη γεωφυσική διαμόρφωση.»

    β. «Ιστορία»
    «Όπως και η υπόλοιπη Ικαρία, οι Ράχες είναι γνωστό ότι κατοικούνται ήδη από την προϊστορική εποχή. Ωστόσο, η πιο ενδιαφέρουσα περίοδος, όσον αφορά αυτή την περιοχή, αρχίζει τον 15ο αιώνα, κατά τις τελευταίες μέρες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, όταν εξαιτίας των πειρατών και των Τούρκων, η ζωή στα παράλια του Αιγαίου κατάντησε αφόρητη. Ενώ οι Γενοβέζοι δεσπότες του νησιού εγκατέλειπαν την Ικαρία και αναδιπλώνονταν στην κυριότερη βάση τους, τη Χίο, οι Ικαριώτες κατέφευγαν στα βουνά, ιδίως στη Λαγκάδα, μια απομονωμένη ορεινή κοιλάδα, στο δυτικό άκρο του νησιού, όπου ιδρύθηκε ένας πρωτόγονος, αλλά ασφαλής και καλά οργανωμένος αντιπειρατικός οικισμός, ο κυριότερος αυτού του είδους σε ολόκληρο το νησί. Αυτή η εποχή ονομάστηκε «Αφάνεια» (= εξαφάνιση των κατοίκων) και περιλαμβάνει τον 16ο και μεγάλο μέρος του 17ου αιώνα. Ως αποτέλεσμα, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι το νησί ήταν, αν όχι εντελώς ακατοίκητο, τουλάχιστον τόσο φτωχό, ώστε δεν άξιζε να ριψοκινδυνέψει κανείς στις απόκρημνες ακτές του για να ληστέψει ή να υποδουλώσει τους κατοίκους. Οι Ικαριώτες πέρασαν εκείνη την τρομερή περίοδο ζώντας σε πλήρη απομόνωση και υπό σκληρότατες συνθήκες διαβίωσης. Όμως παρέμειναν ελεύθεροι, τελείως ανενόχλητοι από τις επιδρομές και τους πολέμους που εξαφάνισαν κάθε ίχνος ζωής από άλλα νησιά του Αιγαίου.
    Στις αρχές του 19ου αιώνα οι απόγονοι των σκληροτράχηλων ορεσίβιων της «Αφάνειας» έκτισαν τα χωριά των Ραχών περίπου με τη μορφή που βλέπουμε σήμερα. Εκμεταλλευόμενοι τα αιωνόβια δάση βελανιδιάς που έφταναν μέχρι τις ακτές, παρήγαγαν μεγάλες ποσότητες ξυλοκάρβουνου, καθώς και άφθονο μαύρο κρασί μιας ποικιλίας γνωστής ήδη από την εποχή του Ομήρου. Από τα μέσα του 19ου έως τις αρχές του 20ού αιώνα, χάρη στις σχέσεις με τα παράλια της Μικρός Ασίας, η οικονομία της Ικαρίας άκμασε και τότε έγιναν πολλά δημόσια έργα: εκκλησίες, σχολεία, πέτρινα γεφύρια και το δίκτυο των μονοπατιών (οι λιθόστρωτες «ρύμες»).
    Το 1912 πληθυσμός του νησιού έφτανε τους 15.000 κατοίκους. Εκείνο το έτος η Ικαρία επαναστατεί μόνη της κατά της τουρκικής διοίκησης, κερδίζει την ανεξαρτησία της και σε λίγο ενώνεται με την Ελλάδα. Αυτά όμως ήταν τα τελευταία καλά χρόνια. Μετά το 1922 και την τελειωτική χάραξη των ελληνοτουρκικών συνόρων στο Αιγαίο, τα ανατολικά νησιά αποκόπηκαν από την κοντινή Μικρά Ασία, ενώ από την άλλη, η μητέρα Ελλάδα απείχε ταξίδι πολλών ημερών με τα ιστιοφόρα της εποχής. Στο μεταξύ τα δάση με τις βελανιδιές είχαν κοπεί και τα αμπέλια είχαν καταστραφεί από τη φυλλοξήρα.
    Ήδη σε ύφεση η παραδοσιακή οικονομία της Ικαρίας δέχτηκε το τελειωτικό κτύπημα από τους ναυτικούς αποκλεισμούς και τη σιτοδεία στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε πολλοί Ικαριώτες εγκατέλειψαν το νησί και μετανάστευσαν, ενώ άλλοι στράφηκαν στην ποντοπόρο ναυτιλία.
    Στην περίοδο του Ελληνικού Εμφυλίου πολέμου (1946-49), λόγω της έλλειψης λιμένων, η Ικαρία επιλέγεται από την κυβέρνηση ως κατάλληλος τόπος για να μεταφέρουν και να απομονώσουν χιλιάδες αιχμαλώτους πολίτες, οπαδούς της Αριστεράς, ώστε να μην λάβουν μέρος στον πόλεμο στο πλευρό των αντιπάλων. Το μέτρο της μαζικής εξορίας ήταν για την κυβέρνηση μία μεταβατική, πρόσκαιρη λύση, γι’ αυτό και το καθεστώς διαβίωσης τους στην Ικαρία ήταν σχετικά ήπιο. Οι εξόριστοι ζούσαν σε επιτηρούμενους καταυλισμούς ή άδεια σπίτια και μπορούσαν να κυκλοφορούν και να εργάζονται. Έτσι, επικοινωνούσαν με τους κατοίκους και μολονότι αυτό απαγορευόταν αυστηρά, δημιουργήθηκαν μεταξύ τους σχέσεις φιλίας και αλληλοβοήθειας. Ως αποτέλεσμα, με το τέλος του πολέμου, οι Ικαριώτες υπέστησαν την οργή της εξουσίας. Ο λόγος ήταν όχι μόνο ότι και είχαν παραβεί τις διαταγές και συμπεριφέρθηκαν φιλόξενα προς τους εξόριστους, αλλά επιπλέον, περιφρονώντας το τεράστιο ποσό της επικήρυξης, δεν κατέδωσαν τα κρησφύγετα μια χούφτας ανταρτών που ζούσαν αποκλεισμένοι στα βουνά. Ως συνέπεια -ή μάλλον ως τιμωρία- η διοίκηση «ξέχασε» το νησί επί δεκαετίες. Μόνο μετά το 1974 ξεκίνησαν κάποια μεγάλα δημόσια έργα (εξηλεκτρισμός, λιμάνια, οδικό δίκτυο), ενώ παράλληλα κάνει δειλά-δειλά την εμφάνιση του ο τουρισμός.
    [Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ο τρόπος οργάνωσης και η ιδιαίτερη φυσιογνωμία που διατηρούν μέχρι σήμερα τα περιώνυμα για την εορταστική τους ατμόσφαιρα πανηγύρια της Ικαρίας, χρονολογούνται από εκείνη την περίοδο. Αφού δεν υπήρχαν πόροι, ούτε κρατική υποστήριξη, οι Ικαριώτες μετέτρεψαν τα πανηγύρια τους σε μέσο χρηματοδότησης των μικρών έργων που είχε ανάγκη το κάθε χωριό. Με τα χρήματα που συγκέντρωναν, κατασκεύαζαν στοιχειώδεις υποδομές (π.χ. υδραγωγεία, γεφύρια, δρόμους), ενώ σήμερα προορίζονται κυρίως για τη διάσωση και ανάδειξη του τοπικού πολιτισμού.]»

    γ. «Αρχιτεκτονική»
    «Εκτός ίσως από τον Άγιο Κήρυκο και τον Εύδηλο, έως τα μέσα του 20ού αιώνα πουθενά στο νησί δεν υπήρχαν συγκεντρωμένοι οικισμοί, του τύπου π.χ. των Κυκλάδων. Εκτός από λίγα καφενεία και καταστήματα γύρω από τις εκκλησίες, τα σπίτια στους ορεινούς οικισμούς ήταν μακριά το ένα από το άλλο, εναρμονισμένα στο φυσικό περιβάλλον με αξιοθαύμαστη τέχνη. Μοναδικό παράδειγμα στον χώρο του Αιγαίου, είναι το ιδιόρρυθμο «αντι-πειρατικό» ή «καμουφλαρισμένο» σπίτι της εποχής της «Αφάνειας» με τα εξής χαρακτηριστικά: α) έχει στέγη μονόρριχτη, σκεπασμένη με ακατέργαστες πλάκες, β) δεν υπάρχουν παράθυρα, ούτε καμινάδα, β) η θέση του είναι επιλεγμένη ώστε να μην φαίνεται από τη θάλασσα, και γ) μπροστά και κατά μήκος του σπιτιού υπάρχει ένας τοίχος, σαν παραπέτασμα, που κρύβει το φως της λάμπας τη νύχτα. Αυτά τα σπίτια είναι διάσπαρτα παντού, όμως ακόμη και σήμερα που το τοπίο έχει αλλάξει, χρειάζεται κανείς προσοχή για να τα διακρίνει. Πολλά χρησιμοποιήθηκαν ως υπόβαθρο για τα νεότερα σπίτια του 19ου και 20ού αιώνα, άλλα έγιναν στάβλοι ή αχυρώνες, αλλά υπάρχουν ορισμένα που κατοικούνται ακόμη.»

    «δ. «Ζώα και φυτά»
    «Η Ικαρία αποτελείται από αλλεπάλληλα, πανάρχαια στρώματα διαφόρων ειδών γρανιτικών πετρωμάτων που αναδύθηκαν από τη θάλασσα και χωρίστηκαν από προκατακλυσμιαίους σεισμούς. Στην προϊστορική εποχή το έδαφος ήταν εύφορο, με δάση τόσο πυκνά που πρέπει να δυσκόλεψαν πολύ την εγκατάσταση των πρώτων ανθρώπων. Εκεί ζούσαν αγριογούρουνα, τσακάλια, ζαρκάδια και αίγαγροι, πολύ πιθανόν και «καπλάνια» (μικρές βουνίσιες λεοπαρδάλεις της Ανατολής). Σήμερα όμως απ’ όλα αυτά τα άγρια ζώα δεν μένει παρά η τετραπέρατη «ατσίδα», μια μικρή νυκτόβια νυφίτσα. Στα γλυκά νερά των ποταμών άλλοτε ζούσαν βίδρες («σκύλοι του ποταμού»), τώρα όμως βλέπει κανείς μόνο νεροχελώνες (δύο σπάνια είδη), μερικά καβούρια, πού και πού κάποιο χέλι και πιο σπάνια κάποιο νερόφιδο. Φίδια δεν υπάρχουν πολλά, εκτός ίσως από τους μεγάλους, ακίνδυνους «ποντικολόγους». Αντίθετα, οι σαύρες είναι άφθονες και πολλών ειδών με πρώτο και καλύτερο ανάμεσα τους τον κορκόφιλα (Laudakia Stelio, το κροκοδειλάκι του Αιγαίου), ένα ερπετό με όψη σαν του δεινόσαυρου και χρώματα που αλλάζουν αποχρώσεις σαν του χαμαιλέοντα. Τα πουλιά είναι πάρα πολλά, όμως δεν φαίνονται εύκολα, γιατί κρύβονται ανάμεσα στα φυλλώματα και τους βράχους. Ωστόσο, σίγουρα ο οδοιπόρος θα συναντήσει την ενδημική γερακίνα των λαγκαδιών, ενώ με λίγη τύχη μπορεί να δει ψηλά στα βουνά τον Φιλάδελφο («Βιτσίλα»), τον νησιώτη σταυραετό με την υπέροχη πτήση.
    Εξαιτίας της γεωγραφικής απομόνωσης του νησιού και της απουσίας εκτεταμένων ανθρωπίνων παρεμβάσεων, η χλωρίδα της Ικαρίας χαρακτηρίζεται από εξαιρετική αφθονία, ποικιλία και σπανιότητα ειδών. Τουλάχιστον όσον αφορά τα δέντρα, τα πιο εντυπωσιακά είναι η ελαφοκουμαριά (ικαρ. «άντρακλος») με τον στιβαρό, κατακόκκινο κορμό και τα ωραία λευκά άνθη, τα τεράστια πλατάνια, τα κυπαρίσσια σε διάφορα είδη, καθώς και οι μικροί κέδροι που στολίζουν και χαρίζουν σκιά στις παραλίες. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν ακόμα πυκνά δάση με κουμαριές, μεγάλα ρείκια και βελανιδιές διαφόρων ειδών που έφταναν μέχρι τη θάλασσα και σκέπαζαν τις ακτές. Στη θέση τους φύτρωσαν αργότερα τα πανύψηλα ωραία πεύκα -σήμα κατατεθέν του ραχιώτικου τοπίου.»

    .

    Μου αρέσει!

  2. […] documents are in English, with texts and captions based on the historical, printed edition of the Round issued in Greek nearly two decades ago. The new map, besides sights, important locations and […]

    Μου αρέσει!


Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.